ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΡΙΑΣ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΕΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ
«... γενεά πορεύεται καί γενεά ἔρχεται, ἡ δέ γῆ εἰς τόν αἰῶνα μένει...»
(Ἐκκλ. α ́, 4).
Στή ζωή μας, κάποιες φορές, συμβαίνουν διάφορα περιστατικά τά ὁποῖα δέν εἴχαμε ὑπολογίσει, οὔτε σχεδιάσει, οὔτε κἄν προβλέψει. Ἄγνωστα σέ ἑμάς γεγονότα, κοντινά ἤ μακρινά, λειτουργοῦν σάν φυσικές δυνάμεις πού χαράσουν τήν τελική ἱστορική συνιστῶσα. Κάπως ἔτσι περίεργα, στό βάθος τοῦ χρόνου χάνεται ἡ ἀρχή καί βρίσκεται ὁ μίτος τῆς ἴδρυσης τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγ. Γεωργίου Νέου Ψυχικοῦ. Ἀς δοῦμε ὅμως τά γεγονότα κάτω ἀπό τό φῶς τῶν ἱστορικῶν κειμένων καί πηγῶν.
Στίς 6 Νοεμβρίου τοῦ 1494 γεννιέται στή Τραπεζοῦντα τοῦ Πόντου ὁ δέκατος Σουλτάνος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ὁ Σουλεϊμάν Α ́ ὁ Μεγαλοπρεπῆς ἤ Νομοθέτης (εἰκ. 1), ὁ ὁποίος ἔλαβε ἐξαίρετη μόρφωση καί ἀναδείχθηκε ὁ σπουδαιότερος τῶν Σουλτάνων, ἀφού ἄφησε ἕνα πολύ σημαντικό νομοθετικό, μεταρρυθμιστικό καί πολτισμικό ἔργο, καθορίζοντας τήν ταυτότητα τῆς αὐτοκρατορίας γιά τούς ἐπόμενους αἰῶνες.
Ὑπήρξε μεγάλος θαυμαστής τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, τόν ὁποίο καί προσπάθησε νά μιμηθεῖ, θέλοντας νά δημιουργήσει μία παγκόσμια αὐτοκρατορία. Ἡ κυριαρχία του ἐκτεινόταν ἀπό τήν Κεντρική Εὐρώπη ἔως τόν Ἰνδικό Ὠκεανό καί ἀπό τήν βορειοδυτική Ἀφρική ἔως τίς παρυφές τοῦ Καυκάσου. Οἱ νέες ἐπεκτατικές του βλέψεις ὅμως εἴχαν ἀνησυχήσει τούς Εὐρωπαίους μονάρχες, οἱ ὁποίοι προσπάθησαν νά ματαιώσουν τά σχέδιά του.
Στόν ἀντίποδα, στίς 28 Ἰουνίου τοῦ 1519, στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Ἄαχεν τῆς Γερμανίας στέφεται Αὐτοκράτορας τῆς Ἁγίας Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί Ἀρχιδοῦκας τῆς Αὐστρίας, ὁ ἤδη ἐστεμμένος βασιλιάς τῆς Ἱσπανίας, τῆς Γερμανίας καί τῆς Ἰταλίας καί Ἄρχοντας τῶν Κάτω Χωρῶν καί ὀρκισμένος ἐχθρός τοῦ Σουλτάνου, ὁ Καρολος Ε ́ ὁ Κουίντος (εἰκ. 2), ὁ ὁποίος βασίλευσε ἔως τό 1558,ἔχοντας ὑπό τό στέμμα του περιοχές ἀπό τήν Ἄπω Ἀνατολή ἔως τήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική.
Ὁ Κάρολος, ὁ μόνος σχεδόν ἰκανός ἀντίπαλος τῶν Τούρκων καί πρόμαχος τῆς χριστιανικῆς Εὐρώπης, κατόρθωσε νά ἀποκρούσει ἐπιτυχῶς τούς Ὀθωμανούς κατά τήν πολιορκία τῆς Βιέννης καί νά ἀνακόψει τήν τουρκική προέλαση στήν Κεντρική Εὐρώπη, κάτι τό ὁποῖο ἐάν εἴχε συμβεῖ θά εἴχε ἀλλάξει διαπαντῶς τήν εὐρωπαϊκή ἱστορία καί τήν ἐξέλιξη τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Τόν Κάρολο διαδέχθηκε στόν θρόνο ὁ γιός του ὁ Φίλιππος Β ́ τῆς Ἰσπανίας (εἰκ. 3), ὁ ὁποίος συνέχισε τούς ἀγώνες τοῦ πατέρα του κατά τῆς ἐπέλασης τοῦ Σουλτάνου.
Ἀπό τό 1541 ὅμως ὁ σουλτανικός στόλος σημειώνει πολλές νίκες στή Μεσόγειο ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσα καί ἀκολούθως τοῦ Πιαλῆ πασᾶ. Ὁ Σουλεϊμάν στρέφεται καί πολιορκεῖ ἀπό τίς 18 Μαϊου ἔως τίς 8 Σεπτεμβρίου τοῦ 1565 τή Μάλτα, ἡ ὁποία ἔχει στρατηγική θέση νότια τῆς Σικελίας καί μπορεῖ νά ἐλέγξει τήν κεντρική Μεσόγειο. Τή Μάλτα προασπίζουν Ἰωαννίτες ἱππότες καί Ἕλληνες κάτοικοι. Ἡ ἐπιχείριση ὅμως αὐτή ἔμελλε νά ἀποβεῖ ὁλέθρια γιά τό ναυτικό τοῦ Σουλτάνου ἐξαιτίας τῶν πολυαρίθμων ἰσπανικῶν ἐνισχύσεων πού κατέφθασαν.
Γιά νά ἀποκτήσουμε ὁλοκληρωμένη εἰκόνα τῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν, θά πρέπει νά μεταφερθοῦμε σέ μιά ἄλλη γωνιά τῆς Μεσογείου, στήν πολύπαθο Χίο. Ἐκεί ἔμελλε νά ξεσπάσει ἡ ἐκδίκιση τοῦ Σουλτάνου κατά τῶν Ἰσπανῶν νικητῶν.
Στή Χίο ἕδρευε ἡ γενουάτικη ἐμπορική ἑταιρεία «Μαόνα» (εἰκ. 4) ὑπό τή διοίκηση τοῦ Βιντσέντζο Τζουστινιάνι, ἡ ὁποία διοικοῦσε τό νησί καί διαχειρίζονταν τά κέρδη πού προέρχονταν ἀπό τόν φόρο γεωργίας. Τό σπουδαιότερο ὅμως ἦταν ὅτι, ἡ Χίος, μέ τήν συνεργασία τῶν γενουατῶν, παρέμενε τό κέντρο τῆς ἰσπανικῆς κατασκοπίας στήν καρδιά τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, κάτι πού ἐνοχλοῦσε πολύ τόν Σουλτάνο.
Τήν Μ. Τετάρτη, 13 Ἀπριλίου 1566, ὁ ἡττημένος ἀπό τούς Ἰσπανούς στή Μάλτα σουλτανικός στόλος καταφθάνει στή Χιακή πρωτεύουσα (εἰκ. 5) καί ἀπαιτεῖ τήν καταβολή τῶν καθυστερημένων ἐπί δύο ἔτη φόρων ὑποτελείας στούς Τούρκους. Ἐνῶ οἱ διοικητές τῆς «Μαόνα» προσπαθοῦν νά καθησυχάσουν τόν πασᾶ, 10.000 Τούρκοι στρατιώτες ἀποβιβάζονται στό νησί, τό ὁποῖο καταλαμβάνουν ἀθόρυβα καί χωρίς καμμίαἀντίσταση. Τήν Μ. Κυριακή τοῦ Πάσχα, 17 Ἀπριλίου 1566, ὑψώνεται σέ ὅλη τή Χίο ἡ πράσινη σημαῖα μέ τήν τουρκική ἡμισέληνο.
Τούς μήνες πού ἀκολούθησαν ἐπικράτησαν στό νησί ἀναταραχές καί οἰκονομική δυσπραγία, ἡ ὁποία στήν πραγματικότητα δέν ξεπεράστηκε μέχρι τό 1578 ἐπί Σουλτάνου Μουράτ Γ ́. Αὐτό ὅμως εἴχε ἀποτέλεσμα νά πληγοῦν ἄμεσα οἱ ἑλληνικές κοινότητες τῆς Χίου καί πολλοί ἀπό τούς κατοίκους νά προσφύγουν στά γειτονικά μικρασιατικά παράλια καί ἄλλοι νά ὑποχρεωθοῦν σέ μετοικεσία (sürgüm).
Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1566 καί 1567 γίνεται ἡ πρώτη ἐγκατάσταση χριστιανῶν στά Βουρλά, τόν ἀρχαῖο αὐτόν λιμένα στόν ἀπάνεμο Κόλπο τῆς Ἐρυθραῖας. Ὅπως μαρτυρεῖται στά κατάστιχα τῶν ἐτῶν 1467, 1478 καί 1528 δέν κατοικοῦσαν χριστιανοί στά Βουρλά. Μετά τό 1566 ὅμως 1.500 φορολογούμενοι χριστιανοί ἔχουν ἐγκατασταθεῖ σέ δύο συνοικίες, τήν Παναγία καί τόν Ἅγιο Γεώργιο. Προφανῶς οἱ χριστιανοί μετέφεραν τά ἱερά τους ἀπό τή Χίο καί ἵδρυσαν ἐκεί νέες συνοικίες καί ἐνοριακούς ναούς.
Ἔτσι τό ἔτος 1566 ἔχουμε τήν πρώτη γραπτή μαρτυρία περί τῆς συνοικίας «Ἅγιος Γεώργιος» στά Βουρλά μέ τόν ὁμώνυμο ἐνοριακό ἱερό ναό (εἰκ. 6). Ἡ χρονολογία τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ ναϊκοῦ συκροτήματος εἶναι ἄγνωστη, ὅμως σίγουρα ὑπήρχε στίς ἀρχές τοῦ 18 ου αἰῶνα. Βρισκόταν σέ ὕψωμα στά νότια τῶν Βουρλῶν καί ἦταν μικρότερος ἀπό τόν παλαιότερο ναό τῆς Παναγίας πού λειτουργοῦσε καί ὡς Μητροπολιτικός. Ὁ ρυθμός του ἦταν τρίκλιτη βασιλική μέ γυναικωνίτη. Τό 1881 προστέθηκε μαρμάρινο κωδωνοτάσιο ὕψους 22 μέτρων, τό ὁποῖο διακρινόταν ἀπό ὅλη τήν περιοχή, καί στό ὁποῖο τοποθετήθηκαν τέσσερεις ρωσικές καμπάνες, οἱ ὁποίες καταστράφηκαν κατά τόν βομβαρδισμό τῆς πόλης ἀπό τούς Ἄγγλους τό 1916. Ἔξω ἀπό τό ναό δέσποζε μία μαρμάρινη ἀνάγλυφη πλάκα μέ ὁλόσωμη ἀναπαράσταση τοῦ τροπαιοφόρου ἁγίου.
Τά Βουρλά μέχρι τό 1921 ὑπάγονταν στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐφέσου, τήν ἀποστολική ἐκείνη Ἐκκλησία πού ἱδρυσε ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἕδρα ἦταν τό Κορδελιό. Τό 1921 ἴδρύθηκε ἡ Μητρόπολη Βρυούλων μέ πρῶτο ἐπίσκοπο τόν Διονύσιο Μηνᾶ, τοῦ ὁποίου ὅμως ἡ ἐνθρόνιση δέν ἐπετράπη ποτέ.
Ἡ ἐνορία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου συμμετεῖχε οἰκονομικά στήν ἵδρυση τῆς περίφημης Ἀναξαγορείου Σχολῆς, τῶν Βουρλῶν, ἐνῶ τό 1870 ἱδρύθηκε τό Σχολεῖο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τό ὁποῖο καί συντηροῦσε ὁ Ναός.
Ἐπιφανείς κληρικοί ὅπως οἱ Μητροπολίτες Νικομηδείας Γαβριήλ καί Βιδινίου Κύριλλος εἴχαν γεννηθεῖ καί ἀνατραφεῖ στά Βουρλά. Τό 1905 οἱ ἐνορίες τῆς πόλης εἴχαν 5 ἱερεῖς. Καύχημα ὅμως γιά τούς Βουρλιῶτες ἀλλά καί γιά τήν Ἐκκλησία εἶναι οἱ τρείς ἅγιοι πού γεννήθηκαν ἐκεί:
α ́. ὁ νεομάρτυς Μιχαήλ (†16 Ἀπριλίου 1772),
β ́. ὁ ὁσιομάρτυς Νεκτάριος ὁ ἐκ Βρυούλων (†11 Ἰουλιου 1820) καί
γ ́. ὁ νέος ὁσιομάρτυς Νεκτάριος ὁ ἐκ Βρυούλων (†1922).
Στά γεγονότα τοῦ Αὐγούστου τοῦ 1922 ὁ γάλλος δημοσιογράφος Rene Puaux περιγράφει ὅσες θηριωδίες ἔγιναν στά Βουρλά. Μεταξύ ἄλλων διασώζει ὅτι, τόν ἀρχιμανδρίτη Νεόφυτο τόν πετάλωσαν καί τόν ἱερέα Κολόζο ὅπως καί τόν διάκονο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγ. Χαραλάμπους τούς ἔκοψαν τά αὐτιά καί τούς ἔβγαλαν τό ἕνα μάτι.
Ἡ λαίλαπα τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς ὁδήγησε στήν προσφυγιά τούς πατέρες μας. Πρόσφυγες ἀπό τά Βουρλά καί τό Μελί, τό μεσαιωνικό “Στυλάριον”, συναντήθηκαν στόν πικρό αὐτό δρόμο καί μεταφέροντες τήν ἐφέστιο εἰκόνα τοῦ ἁγίου Γεωργίου (εἰκ. 7) –ἱστοριθεῖσα τό ἔτος 1850, ἔργο τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῶν Μελχιτῶν ζωγράφων τῆς Συρίας καί τῆς Μέσης Ἀνατολῆς Μιχαήλ Πολυχρονίου- ἔφτασαν στήν περιοχή τῆς Ἀττικῆς.
Ἡ ἀρχική τους ἐγκατάσταση ἔγινε στήν περιοχή τοῦ Χαλανδρίου, ὅπου παρέμειναν γιά ἑπτά περίπου χρόνια, μέχρι τό 1929 ὅποτε τό Ὑπουργεῖο Κοινωνικῶν Ὑπηρεσιῶν, διά τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 97916/09.12.1929 Ἀποφάσεως, ἀπαλλοτρίωσε τήν περιοχή τοῦ Νέου Ψυχικοῦ τήν ὁποία καί τούς παραχώρησε.
Ταυτοχρόνως συνεστήθη τό Σωματεῖο Στεγάσεως Προσφύγων, με προέδρους τους Δημήτριο Καπάνταη και Νικόλαο Μάνταλο, τό ὁποῖο φρόντισε γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Νέου Ψυχικοῦ καί τό 1932 κατασκευάσθηκε ὁ πρῶτος πλινθόκτιστος ναός τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, μέ ἐφημέριο τόν ἱερομόναχο Προκόπιο Καρδούλη καί ἐκκλησιαστικό συμβούλιο τό ὁποῖο ἀπαρτίσθηκε ἀπό τούς Χατζῆ, Δημήτριο Τσαλδάρη καί Δημήτριο Νικολίνταγα. Μικρή ἐπέκταση τοῦ ναοῦ αὐτοῦ ἔγινε τό 1947 (εἰκ. 8).
Μέχρι ὅμως νά καταφέρουν οἱ πρόσφυγες νά ὁρθοποδήσουν, ἕνα δεύτερο κακό χτύπησε τήν πατρίδα, ὁ Β ́ Παγκόσμιος Πόλεμος καί ἀκολούθως ὁ Ἐμφύλιος Σπαραγμός. Ὅταν ὅλα ἡρέμησαν, στίς 4 Ἀπριλίου τοῦ 1952 καί πρίν τήν ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου Ὑμνου, τέθηκε τό θεμέλιο τοῦ δευτέρου ναοῦ, ρυθμοῦ τρίκλητης βασιλικῆς, ὁ ὁποίος ἐπερατώθη τό 1956 καί τά ἐγκαίνιά του ἔγιναν τήν Δ ́ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, 31 Μαρτίου 1957, ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Εὐρίπου Ἀλέξιο Ἰγγλέση, μετάπειτα Μητροπολίτη Ζακύνθου, σεπτῇ ἐντολῇ καί εὐλογίᾳ τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Δωροθέου Κοτταρᾶ. Ἀς σημειωθεῖ ὅτι ὁ ναός λειτούργησε ὡς Μητροπολιτικός τοῦ Νέου Ψυχικοῦ ἔως τή δεκαετία τοῦ 1970 (εἰκ. 9).
Τά φαινόμενα τῆς ἐσωτερικῆς μετανάστευσης καί τῆς ἀστυφιλίας αὔξησαν ραγδαῖα τόν πληθυσμό τοῦ προαστίου καί ὁ νέος ναός σύντομα δέν ἐπαρκοῦσε γιά νά καλύψει τίς ἀνάγκες τῶν πιστῶν. Κατόπιν αἰτήματος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ συμβουλίου, στίς 09.02.1972 μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. Δ4/2745/432 Ὑπουργική Ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Κοινωνικῶν Ὑπηρεσιῶν παραχωρήθηκε δωρεάν οἰκοπεδική ἔκταση 2.130τ.μ., ἡ ὁποία συμπεριελάμβανε καί τόν ὡς ἄνω ναό, προκειμένου νά ἀνεγερθῆ σέ αὐτήν νέος μεγαλύτερος ναός.
Τήν Κυριακή πρό τῶν Χριστουγέννων, 21 Δεκεμβρίου 1975, μέ τήν εὐλογία τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σεραφείμ Τῖκα, ἐτέθη ὁ θεμέλιος λίθος ἀπό τόν τότε ἐπίσκοπο Βρεσθένης κ. Δημήτριο Τρακατέλη, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς (εἰκ. 10) καί τόν τότε ἐπίσκοπο Ἀνδροῦσης κ. Ἀναστάσιο Γιαννουλᾶτο, μετέπειτα Ἀρχιεπίκοπο Τιράνων καί πάσης Ἀλβανίας. Ἔκτοτε ξεκίνησε τό γιγάντιο ἔργο τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ ὑπάρχοντος σήμερα ναοῦ. Ἡ πρῶτη θεία λειτουργία τελέσθηκε τήν Τρίτη 23 Ἀπριλίου 1991 καί τά θυρανοίξια ἔγιναν κατά τον πανηγυρικό Ἑσπερινό, τήν Πέμπτη τῆςΔιακαινησίμου, 22 Ἀπριλίου 1993, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Εὐρίπου κ. Βασιλείου Παναγιωτακοπούλου, ὁ ὁποίος ἐφερε πρός εὐλογία τεμάχιο ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἁγ. Τρύφωνος, θησαυρισμένο μέχρι σήμερα στόν ἱερό μας ναό.
Ὁ δεύτερος καί παλαιός πλέον ναός κατεδαφίστηκε καί στή θέση του βρίσκεται σήμερα ἡ αἰθουσα τῆς Ἐνοριακῆς Νεανικῆς Ἑστίας τοῦ Ναοῦ μας, ἡ ὁποία ἀνακαινίσθηκε στίς 3 Ὀκτωβρίου 2013 και ἱστορήθηκαν σέ αὐτήν τρεῖς μεγάλες τοιχογραφίες πού διηγοῦνται τήν ἱστορία τῆς Ἑνορίας, ἀπό τόν ἁγιογράφο Ξενοφῶντα Μπόκο (εἰκ. 11). Ἡ ἁγ. Τράπεζά τοῦ κατεδαφισθέντος Ναοῦ φυλάσσεται στό νεόδμητο παρεκκλήσιο τῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης, τοῦ ὁποίου τά Θυρανοίξια τέλεσε τήν Κυριακή 13 Ὀκτωβρίου 2013, ὁ Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ Στεργιούλης.
Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2013 μέ τήν συνεργασία τοῦ Δήμου Φιλοθέης – Ψυχικοῦ καθιερώθηκαν ἐκδηλώσεις γιά τούς μικρασιάτες προγόνους μας, καθώς καί ἡ τέλεση ἀρχιερατικοῦ μνημοσύνου. Τόν Νοέμβριο τοῦ 2014 ξεκίνησε ἡ ἁγιογράφηση τοῦ ἱεροῦ ναοῦ ἀπό τόν ἁγιογράφο Γεώργιο Κτιστάκη.
Μέ τήν σεπτή εὐλογία καί ἄδεια τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου Β ́, τό Σάββατο 6 Μαΐου 2017 καθαγιάσθηκε τό θυσιαστήριο καί ἐγκαινιάστηκε ὁ ναός, ἀπό τόν Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονύσιο τόν Μάνταλο, ὁ ὁποίος γεννήθηκε στό Νέο Ψυχικό καί ἕλκει τήν καταγωγή ἀπό τό ἱστορικό Μελί, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Διονύσιο Σιφναῖο καί τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, Ναζιανζοῦ κ. Θεοδώρητο Πολυζωγόπουλο, Σαλώνων κ. Ἀντώνιο Ἀβραμιώτη καί Θαυμακοῦ κ. Ἰάκωβο Μπιζαούρτη τόν καί Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀσωμάτων Πετράκη.
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν, μεταξύ τῶν ἐτῶν 2016 καί 2017 συμπληρώνονται 450 χρόνια ἀπό τήν πρώτη ἐπίσημη γραπτή μαρτυρία τῆς Ἐνορίας τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στά Βουρλά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Γιά τούς λόγους πού ξέρουμε καί μᾶς πονοῦν, δέν ἦταν δυνατόν νά συνεχιστεῖ ἡ ἐνοριακή μας ζωή στήν πατρογονική γῆ τῆς Ἰωνιας. Ἡ γῆ τῆς ἁγίας Φιλοθέης, τῆς κυρᾶς τῶν Ἀθηνῶν,μᾶς φιλοξένησε καί ἔγινε ἡ νέα ἐπί γῆς πατρίδα μας. Ὁ ἁγιος Γεώργιος, ὁ γοργός εἰς βοήθειαν, μᾶς ἀκολουθεῖ καί εἶναι ὁ πάτρωνάς μας, ὁ πολιοῦχος, ὁ πατέρας, ὁ ἀδελφός καί ὁ φίλος σέ αὐτό τό μακρύ ταξίδι στίς στροφές τῆς ἱστορίας καί στά κύματα τῶν συγκυριῶν.
Ἀς κλείσουμε μέ αὐτό πού λέχθηκε ἀπό τόν γεννημένο στά Βουρλά ἐθνικό μας ποιητή καί νομπελίστα, τόν Γεώργιο Σεφέρη: «...Δέ σοῦ γράφω τίποτα. Τί νά τά κάνεις τά λόγια; Δέν έχουν τέλος τά ὅσα ἔχουμε στήν καρδιά».
ἀρχιμ. Μιχαήλ Σταθάκης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους - Ὁ ἑλληνισμός ὑπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1453 – 1669) Τουρκοκρατία – Λατινοκρατία, τ. Ι ́, ἐκδ. Ἐκδοτική Ἀθηνῶν Α.Ε., Ἀθῆναι 1974.
Πόπης Χαλκιᾶ – Στεφάνου, Οἱ ἅγιοι τῆς Χίου, ἐκκλησιαστική ἱστορία τῆς νήσου ἀπό τῆς διαδόσεως τοῦ χριστιανισμοῦ ἔως τίς ἡμέρες μας (20 ος αἰῶνας), ἐκδ. Ἐπτάλοφος, Ἀθήνα 2008, σελ. 47 – 56.
Χρήσιμοι σύνδεσμοι
Αρχείο PDF η ιστορία της ενορίας
Βουρλά,η ιστορία της ένδοξης πόλης
Ιστορία Νέου Ψυχικού