“Έκλαψα για σένα”

Μυστικά έκλαψα για σένα το βράδι αυτό
θυσία στα λάθη,
μετάνοια στα πάθη,
βοήθεια στα βάθη.

Έσκυψα το κεφάλι,
μη με δεις,
μη σιχαθείς να με κοιτάς,
μη δω κι άλλα καρφιά,
μη δω όσα σου κάναμε,
τα μαρτύρια που σε κερνάγαμε.

Στάχτη στο βωμό,
προσκυνώ στο Σταυρό,
λυτρωτικά το μενεξέ,
βασιλικό, μυρωδικά
στα καλάθια αγκάθια,
στεφάνια, χλαμύδες 
γκρίζες αχτίδες.

Σε πιστεύω ,
σε θωρώ 
επάνω στο φως,
στο μεγαλείο ,
στο βιος.

Με τη στάμνα μου δειλά 
σ´ ακολουθώ,
αγρίμι πεινασμένο ,
λουλούδι μαραμένο,
λειρί βαμμένο,
όρκο πατημένο,
σπουργίτι σαστισμένο
σ´ ακολουθώ ...

Σε πλένω με ξύδι, 
αντί για σμύρνα
κι εσύ κοιτάς δειλά
σαν μωρό δίχως μιλιά,
ένα πρόβατο σε σφαγή,
αδύναμο και παντοδύναμο
που στεριώνει το σύμπαν σε μια στιγμή.

Δεμένα με κατάρες
μυρίζουν όλα
κι Εσύ να συγχωρνάς αυτή την μπόρα,
την ντροπή, την κατηφόρα .

Δεν σου μοιάζω ούτε λίγο,

ούτε τον ιδρώτα σου σκουπίζω,
γιατί έχω βρώμικη καρδιά,
γιομάτη εαυτό και καπνιά.

Έκλαψα πικρά στα σκοτεινά.
Η αγάπη σου με βάσταξε απ´ τη θηλειά...
Θυμήσου με όταν με ξομολογήσεις,
εγώ ήμουν που σε πρόδωσα ,
που σε κλώτσησα,
που σε μίσησα ,
που δεν σε βοήθησα.

Έκλαψα πολύ πικρά ,
κρυφά και σιγανά...
Τα περιστέρια πετούν στα σκοτεινά ,
μπορώ να βαπτιστώ με γιορτινά ;

Έκλαψα για πολλά ετούτο το βράδι ...
Μακάρι όσα είδα να μην ήταν αληθινά ,
να γύρναγα τους χρόνους,
να έκαιγα τους θρόνους...

Μ´ Αυτό το νερό που δεν σού ´ δωσα
ξεδίψασέ με,
Απέραντε, Πανίσχυρε
Αμόλυντε Βασιλιά.
Δέξου τα δάκρυα μου...
Πάρε τη βέρα μου και τα υπάρχοντα μου...
Συνάντησέ με,
μ´ ένα σου φύσημα 
ανάστησε με,
μη με καταφρονήσεις, 
Εσύ με ζεις 
Εσύ με οδηγείς.

Κλαίω απόψε στα σκαλοπάτια σου κρυφά
Εγώ κι η γη σου  και όλα τα βουνά ...
Που σε κρεμάσαμε σαν τον φονιά
Κι Εσύ ακόμα μας συγχωράς.

Φταίω
και τίποτα δεν με χωρά...
Περιμένω ν´ ακούσω τη φωνή σου
να μου πει να’ ρθώ ξανά,
να διορθώσω τα παλιά
σ´ ένα λεπτό
στη κιβωτό...

Σ´ ακούω
Σε βλέπω 
Για μένα κλαίω...
Σε πίνω, σε τρώω, 
μην φύγεις ξανά,
σε σένα υπάρχω, 
Σου Ζητάω ...

Μου χάρισες τα πάντα
Και σ´ ευχαριστώ...
όλα Στα χρωστώ,
ήπια τον λυγμό
κι απόψε γιορτάζω Τον πιο Χρυσό Σταυρό,
το άστρο που γέννησα Το φωτεινό,
που θέλει να κλάψει κι αυτό όπως κι εγώ.

ποίημα Αδαμαντίας Μαρκαναστασάκη
29/4/2016

Συλλογή "Χνάρια στο Φως"

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « “Χρυσές Γιορτές” «Γράμμα στον Θεό» »