{οι ξεχασμένες πριγκίπισσες}
Το ποίημα είναι εμπνευσμένο και αφιερωμένο στην πριγκίπισσα Θεοφανώ και σε όλες τις Βυζαντινές ή μη πριγκίπισσες που χάραξαν βαθιά το αποτύπωμά τους και ενέδυσαν με στολίσματα φωτός και ανατέλλοντος πολιτισμού τα μονοπάτια των θνητών….ενώ τώρα κοιμούνται στην λησμονιά τους…
Το στέμμα δεν κάνει το αίμα ούτε το αίμα την πορφύρα αλλ’ είναι στη αύρα της γέννας, στο χάραγμα της ψυχής, στο Βασίλειο που (θεο)χαρίζεται με την ύπαρξη και μόνο…
Μες στην λήθη του πηλού
του φτιαγμένου θυμικού
σού’ φτιαξαν μνήμα από ξέφτι
πορφύρα κεντημένη σε ντέφι,
μουδιασμένη σαν ηχώ που βρέχει…
Βασιλιάς ξεπρόβαλες
από στήθη χαράς,
καθισμένη σε στέμμα θλιμμένης θηλειάς,
βαλμένη σε τόσα στολίδια
μιας άσπρης θωριάς…
Μιαν ανεμόσκαλα τα δάχτυλά σου,
έσκαβες κι άναβες φώτα με τα μαλλιά σου,
μάθαινες γράμματα απ’ τ’ αρώματά σου,
άναβες δάδες στους κάμπους της σοδειάς σου…
Αυγές στα γράμματα,
φωνές με άσματα,
αρχόντισσες – τάγματα,
που φέξαν προδρόμους στου χτες τα χαλάσματα…
με κόσμους να σέρνουν λιοπύρια,
βραχιόλια βαστάγαν ποτήρια,
μ’ ένα σπαθί βαλμένης ντροπής
δρόσισμα άοσμο μίας πνοής…
Σαν αετός γυρνάς ακόμη
πάνω απ’ της γης τ’ αλώνι,
ποιος σε θυμάται και σε χαιρετά,
χαρτί που σκίζεται με μια φορά…
Ηλιαχτίδες δεν κάμουν αγκάθια,
φορούν μονάχα χρυσά παλάτια,
ξέπνοα πέπλα από γινάτια…
που δεν λησμονιούνται
σαν βάφουν ζωές όσων γεννιούνται…
Ανήλιαγα τρέμεις στους θρόνους,
τρέχεις, γιορτάζεις με πόνους…
μα να …σε θυμάμαι…δεν σε ξεχνώ
η μοίρα ξυπνά για λίγο θαρρώ…
και σε σηκώνει…
με μια ζωγραφιά σ’ ανταμώνει…
μ’ απόηχο ξένο που λιώνει…
Δροσιά ρουμπινιού
σμαράγδι βυθού
μην μένεις…μόνη!
Αντα Μαρκαναστασάκη
5.8.2020