Ημουν διστακτική
Αργησες
Κάθε λεπτό της καθυστέρησής σου
Έπνιγε σιγά σιγά την ελπίδα μου στη χαρά
Βύθιζε την προσμονή μου
Με μεταμόρφωνε
Ελεύθερο ψαράκι του ωκεανού
Που κλείστηκε σε γυάλα
Πόσο αφύσικα έγιναν όλα
Πόσο ξένα
Μου πήρες, άθελά σου,
Εκείνο το λιγοστό φως
Δεν ήξερες το σκοτάδι μου
Πως θα μπορούσες άλλωστε;
Δεν φαντάστηκες
Πόσο περίμενα
Ένα κομμάτι ήλιο
Σαν απρόθυμο κίτρινο χαρταετό
Να με αγγίξει ανοίγοντας τις πόρτες
Κι ας είναι η συννεφιά
Η αγαπημένη μου
Πως θα μπορούσες άλλωστε;
Δεν ένοιωσες
Τον ωκεανό της σιωπής
Τη βουβή άβυσσο της μοναξιάς
Πως θα μπορούσες άλλωστε;
Δεν ήξερες
Πόσο σε διαβρώνει
Το απόλυτο τίποτε
Πως θα μπορούσες άλλωστε;
Πόσο διαρκεί ο χρόνος
Στην ανθρώπινη απομόνωση
Πως θα μπορούσες άλλωστε;
Υποχωρώ λοιπόν
Σε χαιρετώ
Ας μείνουν όλα αυτά
Που κίνησαν τα βήματά μου
Διστακτικά κοντά σου
Μόνο δικά μου
Ας είναι η άγνοιά τους
Η ασπίδα σου
Νάσαι καλά!