Η υποταγή των αισθήσεων, των συναισθημάτων, της βούλησης, και της υπάρξεως σε έτερη /έτερο κατάσταση, ψυχισμό, άτομο συνιστά πλείστες φορές μία κατάσταση αρκετά περίπλοκη, βάναυση, θολή και μη ευκόλως επεξεργάσιμη από αυτόν που την βιώνει.
Το αίσθημα εν γένει της εξάρτησης, δεδομένου ότι η υποταγή αποτελεί μία μορφή εξάρτησης κατ’ ουσία, προκαλεί σε αυτόν που ευρίσκεται υπό το καθεστώς αυτό, μία σύγχυση συναισθηματική, ένα τρικυμιώδες φορτίο επίπονων και δυσδιάκριτων συναισθημάτων, παντελή σύνδεση των αποφάσεων , κινήσεων , επιλογών καίριων ή μη, ακόμα και τρόπου ζωής και συμπεριφοράς από το άτομο ή την κατάσταση με το/την οποία συνδέεται με τον παθογόνο αυτό τρόπο.
Το πεδίο αυτό έχει ως σημεία αναφοράς τον υπό υποταγή και αυτόν/αυτό που φέρεται ως ο άρχων , ο κυβερνών την συμπεριφορά αυτή.
Με μια πιο διασταλτική ερμηνεία θα μπορούσε να το προσεγγίσει κανείς με την έννοια του «πάθους», της παθογένειας, δεδομένου ότι δεν διακατέχεται ο εξαρτώμενος από υγιή αισθήματα, ελεύθερη βούληση, υπό την έννοια της αντικειμενικής και καθαρής επιλογής, αποφόρτιση καθαρών ψυχικών φορτίων, πράξεις προόδου και προαγωγής της προσωπικότητάς του.
Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζεται γενικότερα από αισθήματα όπως αυτό της ψυχικής και συναισθηματικής σύνδεσης και αλληλεξάρτησης με τον/την άλλο/η άτομο/κατάσταση, της φανταστικής νοητικής ταύτισης, της αίσθησης του ορισμού από αυτό/αυτήν, του καθορισμού του κέντρου βούλησης, αποφάσεων, κινήσεων, μετακινήσεων, αφού το επίκεντρο του βίου ορίζεται ενδόμυχα και ασυνείδητα από συγκεκριμένο πάντα πρόσωπο/κατάσταση αναφοράς.
Επιπλέον στην κατάσταση της υποταγής, το θολό της βούλησης και το απόλυτο της παράδοσης (ψυχικής, σωματικής, νοητικής) σχεδιάζει εκ των πραγμάτων μία μορφή πλάνης. Ο πλανεμένος δεν ορίζει αλλά ορίζεται, δεν κυβερνά, αλλά κυβερνιέται, δεν αποφασίζει ορθά με τις αρχές του δικαίου, της λογικής, της σαφήνειας, της καθαρότητας.
Πάλι υπό το καθεστώς τούτο αισθάνεται κανείς άλλοτε ισορροπημένος (που στην ουσία δεν είναι), ευτυχής (που στην πορεία μονίμως καταργείται η χαρά), αμετακίνητος ως προς την κατάσταση αυτή (χωρίς διάθεση μεταβολής και αποτίναξης από αυτή), ορισμένος και χαρακτηρισμένος ως προς αυτή (ατομικά, κοινωνικά), δελεασμένος από μία βάναυση ηδονή που εν τέλει εισπράττει, υπνωτισμένος εμφανώς αφού καθοδηγείται και είναι έρμαιο. Υφίσταται νοητική αδυναμία επιβίωσης και σύνδεση των πάντων με το επιβλαβές σημείο αναφοράς του. Έχοντας υποστεί ένα είδος πλύσης εγκεφάλου, ψυχικής επέμβασης και «κακοποίησης», που ο ίδιος φυσικά επιτρέπει και στο μέτρο που επιτρέπει, δεν διανοείται τον υπαρκτό κόσμο πέρα και έξω από αυτό/αυτήν που του το προκαλεί. Τα είδωλά του τα αντικατοπτρίζει σε μία ψευδή εικόνα, που έχει σχηματίσει και σε ένα πρότυπο που του προσδίδει ικανότητες και ιδιότητες πολύ μεγαλύτερες ή εντελώς διαφορετικές από αυτές που αντικειμενικά υφίστανται. Και τούτο διότι η υποταγή παραπλανά, δεν φτιάχνει αληθείς εικόνες, δεν επιφέρει αντικειμενικότητα, καθαρότητα σκέψης. «Θεοποιεί» τα πρόσωπα και τις καταστάσεις και λόγω αυτής άγεται και φέρεται με αρνητικά και επιβλαβή αποτελέσματα.
Υπό την επίδραση αυτή αντιλαμβάνεται καθαρά την αλληλεξάρτηση, ωστόσο δεν είναι σε θέση από μόνος του να αποτιναχτεί και να αποσυνδεθεί. Τούτο θα πρέπει να γίνει ή με βίαιη αποκοπή, χωρισμό ή κατόπιν μεγάλης διάρκειας πνευματικής ή ψυχολογικής επεξεργασίας με συμβολή τρίτου, αρμόδιου προς τούτο, προσώπου. Η αυτοεξέταση από μόνη της δεν μπορεί να συμβάλει στην αποκοπή, λόγω του ότι η επενέργεια του ατόμου, ή της κατάστασης εμποτίζει δυναμικά και διαρκώς τα πνευματικά, σωματικά και σωστικά αισθητήρια του υπό υποταγή προσώπου.
Δυστυχώς ο αυτοπροσδιορισμός δυσχεραίνεται και μακροχρόνια δεν επέρχεται η σωστή διάταξη της ατομικότητας, αλλά ο μαρασμός των σημείων που εξέχουν και εκ της φύσεως δύνανται και πρέπει να αναπτυχθούν.
Τα υποταγμένα άτομα συνήθως διακρίνονται από έλλειψη αυτοπεποίθησης και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Η υποταγή τις περισσότερες φορές έχει και ερωτική διάσταση που εντείνει ακόμα περισσότερο το πλάτος της, ενώ επιδρά και επηρεάζει λοιπά μέλη οικογενείας, φιλικές, κοινωνικές σχέσεις.
Από την άλλη πλευρά ο κυρίαρχος στον υπό υποταγή και εξάρτηση, ή η κυρίαρχη κατάσταση , κυβερνούν και επιδρούν καθοριστικά. Αν πρόκειται για άτομο, η επενέργεια και η εξουσία αυτή δεν είναι πάντα και απαραιτήτως συνειδητή και εκ προθέσεως. Στις περιπτώσεις της συνειδητής επενέργειας και επιβολής εξουσίας, έχουμε πάλι να κάνουμε με κατάσταση ψυχογένειας, παθογένειας και τις περισσότερες φορές αυτή πηγάζει από τραυματικές παιδικές καταβολές, που οδηγούν σε συμπλεγματικές, νοσηρές μορφές επιβολής εξουσίας και καθοδήγησης και δημιουργούν ένα αίσθημα πληρότητας, ηδονής και εξάρτησης από αυτόν που επιθυμεί και ορέγεται να καθοδηγεί, να εξουσιάζει και να έχει κάποιον υπό την επίβλεψη και διαχείρισή του.
Είναι φανερό πως κοινό στοιχείο των δύο εμπλεκόμενων προσώπων (εάν έχουμε δύο πρόσωπα και όχι πρόσωπο και κατάσταση) είναι η αλληλεξάρτηση με διαφορετικές μορφές και η πηγή της παραμορφωμένης και αφύσικης ευχαρίστησης πάλι υπό διαφορετικό πρίσμα ιδωμένα. Ο υποταγμένος αφήνεται ως υποχείριο, εκφράζεται και εξαρτάται πλήρως από την σύνδεση αυτή, ευχαριστιέται από την καθοδήγηση, έχει στρεβλή εικόνα των σχέσεων, της αγάπης και της αμοιβαιότητας, αντλεί ικανοποίηση από την υποταγή αυτή, παρόλο που ο ίδιος ως χαρακτήρας μπορεί να είναι δυναμικός, ανεξάρτητος και αυταρχικός με τους άλλους. Μπορεί δηλαδή να τηρεί αντιφατικά στοιχεία που δεν προσιδιάζουν σε άτομα που εν γένει καθοδηγούνται λόγω του αδύναμου χαρακτήρα τους, της έλλειψης λήψης πρωτοβουλιών και αδυναμίας επιβολής.
Το άλλο μέρος από την άλλη πλευρά αντλεί και αυτό ικανοποίηση από την αλληλεξάρτηση, την επιβολή της εξουσίας του, των αποφάσεών του και την συναισθηματική, νοητική διαχείριση ενός άλλου ατόμου. Δεν διανοείται και αυτό την ύπαρξή του δίχως το πρόσωπο που διαχειρίζεται.
Διαφαίνεται από όλη τούτη την εμπλοκή, το αφύσικο, , το άμετρο, το ανισόρροπο της υποταγής (συναισθηματικής, ερωτικής, ψυχικής, νοητικής) που σίγουρα χρήζει «αυτοδιαπραγμάτευσης», δραστικής παρέμβασης, «ενδοεπέμβασης» για την σωστική απόδραση των μετεχόντων σε αυτή.
Το πάθος είτε αυτό καθαυτό, είτε μεταλλασσόμενο σε παθογένεια, δεν προσεγγίζεται σθεναρά, ούτε επιφανειακά, ούτε μονομερώς. Επιζητείται συμμετοχή και επενέργεια, συναισθηματική ενδυνάμωση, αυξημένη κινητική συνείδηση με διαμεσολάβηση από αυτούς που ο καθένας θεωρεί ως άγκιστρά του, ψυχολογικά, ιατρικά, θεολογικά.
Η τέχνη πάντα της μελέτης του εαυτού δεν πρέπει να σταματά, μα να αγωνιά, να αφουγκράζεται, να αγρυπνεί, να διενεργεί, να εξελίσσεται…και να εμπλέκεται πάντα με την αρχέγονη Εικόνα του Ανθρώπου… Αυτή είναι η απαρχή και η ουσία…των όλων, των πάντων… Η αναζήτηση της πηγής των εννοιών, η υλιστική συγκάλυψη, το μοναδικό και άναρχο πλέγμα θα οδηγήσουν στην μοναδική αλήθεια των ιάσεων και των επίγειων νημάτων…
Άντα Μαρκαναστασάκη
3/3/2019